παλλαισθησία

παλλαισθησία
η
φυσιολ. η αισθαντικότητα τών οστών στο ερέθισμα τών δονήσεων, μορφή τής εν τω βάθει αισθαντικότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pallesthesia (< πάλλω + αισθησία)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”